ΤΟ ΑΓΑΛΜΑ ΤΟΥ ΑΧΙΛΛΕΑ ΣΤΗΝ ΠΛΑΤΕΙΑΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ

Κυριακή 18 Σεπτεμβρίου 2011

ΤΑΚΗΣ ΕΥΘΥΜΙΟΥ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ

ΑΦΟΡΙΣΜΟΣ-ΞΕΧΡΟΝΙΑΣΜΑ
[ Η επίσημη κατάρα της εκκλησίας μας]
Του Τάκη Ευθυμίου

Όταν λέμε αφορισμό εννοούμε κάποια κατάρα που ξεστόμιζε ο παπάς στην εκκλησία κατά διαφόρων δραστών που διέπρατταν κολάσιμες πράξεις. Mόλις γινόταν κάποιο κακό εναντίον συγχωριανών, όπως η κλοπή αντικειμένων μεγάλης αξίας ή η κλοπή ζώων, ο ζημιωθείς ζητούσε τη βοήθεια του παπά για την επανόρθωση της ζημιάς.
     Με την απόλυση της εκκλησίας, ο παπάς σε αυστηρό ύφος ανακοίνωνε στο εκκλησίασμα την τέλεση της αξιόποινης πράξης και ζητούσε από όποιον γνώριζε το δράστη να τον καταμαρτυρήσει. Η ίδια διαδικασία επαναλαμβανόταν για τρεις συνεχόμενες Κυριακές με την απειλή ότι θ’ ακολουθούσε αφορισμός. Βεβαίως, ο παπάς ως καλοκάγαθος που ήταν σε καμία περίπτωση δεν επιθυμούσε την πραγματοποίηση του αφορισμού, αλλά όλα αυτά γινόταν για εκφοβισμό και συμμόρφωση του δράστη.  Ο αφορισμός λέγεται και ξεχρόνιασμα γιατί εάν ο δράστης δεν επανόρθωνε μέσα στη χρονιά εκείνη θα τον έβρισκε οπωσδήποτε κάποιο κακό, ως τιμωρία. Κάποιο μικρότερο κακό θα συνέβαινε και σε όποιον γνώριζε το δράστη και τον απέκρυπτε.  Η εκκλησία σοφά επέβαλε τότε τον αφορισμό, επειδή ο φόβος δρούσε αποτρεπτικά στην εκτέλεση αδικημάτων. 
     Η κατάρα του αφορισμού είναι βαριά και προβλέπει ότι ο αφορισμένος μετά το θάνατό του όχι μόνο δε θα έλιωνε, αλλά θα βρικολάκιαζε κιόλας η ψυχή του και θα περιφερόταν σαν την άδικη κατάρα, δίχως αναπαμό. Το ξεχρόνιασμα διαφέρει από τον αφορισμό επειδή γινόταν στο προαύλιο της εκκλησίας. Ακολουθούσε η παρακάτω διαδικασία που περιελάμβανε και έντονα λαογραφικά χαρακτηριστικά στοιχεία. « Σβηστοκέρι» ονομαζόταν. Ο παθών περιέφερε ένα κερί  στους παρευρισκόμενους με την υποχρέωση ο καθένας με τη σειρά του να  το ανάβει και να το σβήνει φυσώντας το και εκστομίζοντας την εξής κατάρα: «Ο φταίχτης να σβήσει σαν το κερί και να μη χρονιάσει». Στα γειτονικά χωριά το ξεχρόνιασμα γινόταν με μια παραλλαγή. Ο παθών γέμιζε μια μικρή φτσέλα με τσίπουρο και την περιέφερε στο εκκλησίασμα,  υποχρεώνοντάς τους να πίνουν από μια γουλιά και να καταριόνται το δράστη με τη φράση: «Φτου! Και να μη χρονιάσει!». Φυσικά, όποιος αρνιόταν αυτές τις διαδικασίες θεωρούταν ως υποψήφιος δράστης. Βέβαια, ο δράστης για να αποφύγει την προσβολή του ξεχρονιάσματος, όταν πλησίαζε η σειρά του ζητούσε να σταματήσει η διαδικασία, βεβαιώνοντας πως κάτι γνώριζε και θα φρόντιζε για την επανόρθωση της ζημιάς.
     Οι πρόγονοί μας πίστευαν και στη θεία δίκη. Υπήρχαν ένα σωρό περιπτώσεις που, όταν συνέβαινε κακό σε κάποιον άδικο άνθρωπο ή  είχε άσχημο τέλος, ισχυρίζονταν ότι τον τιμώρησε η θεία δίκη.
     Μια χαρακτηριστική περίπτωση «σβηστοκεριού» συνέβη στη Ζιώψη σε καταστροφή μελισσιών. Κατά το ξεχρόνιασμα, ο φερόμενος ως δράστης, αρνούμενος τη διαδικασία αυτομαρτυρήθηκε. Αργότερα πέθανε ξαφνικά ένας από τους γιους του και το θανατικό αποδόθηκε στο ξεχρόνιασμα.
     Το ανάθεμα είναι μια κατάρα που εκστομίζεται από τους Χριστιανούς κατά των αδίκων ανθρώπων, με τη βεβαιότητα ότι έπιανε σα θεία τιμωρία.
     Σήμερα, ο αφορισμός και το ξεχρόνιασμα απαγορεύτηκαν εντελώς, επειδή θεωρήθηκαν ως πληγές αντεκδίκησης και μάλιστα με τη συμμετοχή της επίσημης εκκλησίας.

ΞΟΡΚΙΑ - ΓΗΤΕΙΕΣ
[ Οι μυστηριακές δοξασίες του λαού μας]
Του Τάκη Ευθυμίου
Τα ξόρκια, τα γητέματα, οι γητειές και οι επωδές αποτελούν πολύτιμο λαογραφικό υλικό επειδή αναφέρονται στις δοξασίες του λαού μας και το περιεχόμενό τους συνδέεται σε πολλές περιπτώσεις με το μυθολογικό και θρησκευτικό κόσμο.
            Η συγκέντρωση των γητεμάτων αυτών είναι δύσκολη υπόθεση, αφού επικρατεί η δοξασία ότι το ξόρκι χάνει τη δύναμή του όταν ανακοινωθεί και όταν ο εξορκιστής χρηματιστεί. Αντίθετα διατηρεί την αποτελεσματικότητά του, όταν μεταδίδεται από άντρα σε γυναίκα και αντίστροφα. Οι εξορκιστές λένε τις γητειές ψιθυριστά. Είναι επηρεασμένοι από τα εκκλησιαστικά κείμενα και το ευχολόγιο. Χρησιμοποιούν διάφορα μέσα, όργανα και αντικείμενα, όπως αλάτι, αμίλητο νερό, βδέλλες, δαχτυλίδι, κόκκινο νήμα, κόκαλο νυχτερίδας, κάρβουνα, μαυρομάνικο μαχαίρι και ψαλίδι. Ακόμη χρησιμοποιούν και άλλα μέσα, όπως: το μούτζωμα, το φτύσιμο στο μέτωπο και το …χριστιανικότερο και ισχυρότερο μέσο, το σταύρωμα.
Τα ξόρκια στηρίζονται στη μαγική δύναμη των λέξεων. Μερικές μάλιστα είναι ξενικές, εβραϊκές, αραβικές και γενικά δυσνόητες. Αυτές οι λέξεις είναι μέσο μαγικό που αντιδρούν στα δαιμόνια και στις αρρώστιες καταλυτικά. Στην αρχαιότητα η επωδή αποτελούσε ισχυρότατο μέσο θεραπείας ασθενειών ζώων και ανθρώπων. Ο Όμηρος αναφέρει ότι θεραπεύτηκε πληγή του Οδυσσέα με επωδή.
Στους νεότερους χρόνους και στην εποχή μας, ο λαός μας πιστεύει πως τα ξόρκια πιάνουν ημέρα Πέμπτη  όταν χρησιμοποιούν τα σημάδια, όπως την ώρα, τα μεσάνυχτα, το ολόγιομο φεγγάρι ή τη χασοφεγγιά ή την ηλιόκριση, όταν δηλαδή βασιλεύει ο ήλιος και βγαίνει το φεγγάρι.
Τα ξόρκια είναι πολλά, όσες και οι αρρώστιες που βασανίζουν τα ζωντανά. Οι γεωργοί χρησιμοποιούν τα ξόρκια για τα γεννήματα, τ’ αμπέλια και τα δέντρα τους. Υπάρχουν γητέματα για τα βλαβερά ζώα, όπως τα μυρμήγκια, τα φίδια, τα ποντίκια, τις κάμπιες και τις ακρίδες: «Κάμπιες και σκαθάρια να πάτε στ’ άγρια βουνά, να φάτε πέτρες και λιθάρια».
Ο λαός μας αποδίδει όλες τις φοβερές επιδημίες, πανούκλα, χολέρα, ευλογιά, στα κακά πνεύματα. Γι’ αυτό προσπαθεί να τις αποφύγει με μαγικούς τρόπους. Με το κάρφωμα της αρρώστιας σε δέντρο, με το ζώσιμο του χωριού με βαμβακερό νήμα, με το χάραγμα του χωριού με αλέτρι, με το φράξιμο του μαντριού με σπαραγγιές για να μην αρρωσταίνουν τα ζώα.
Υπήρξε ξεχωριστή τάξη εξορκιστών που είχαν τη δύναμη να διώχνουν τα τελώνια, τα στοιχειά και να γιατρεύουν τις αρρώστιες με τα ξόρκια. Σε πολλά γητέματα αναφέρεται το όνομα του Χριστού, της Παναγίας και των Αγίων Αποστόλων. Δεν έχουν όμως απολύτως καμιά σχέση τα ξόρκια με τους εξορκισμούς της εκκλησίας. Το ξόρκι θεμελιώνεται αποκλειστικά στη μαγική δύναμη των λέξεων.
Δημοσιεύονται παρακάτω δύο ξόρκια που αναφέρονται στο ξεμάτιασμα και είναι γνωστά στο χωριά της Φθιώτιδας,  με μερικές όμως τοπικές παραλλαγές.

1. «Στ’ όνομα τ’ Χριστού ο βασκαμός κατέβη από κακή αβασκασύνη. Και ο Χριστός του απαντάει και τον αρωτάει. Πού πας κακέ αβάσκαντε και κακέ ακαταλόγιστε; Πάω στο δούλο του Θεού… (όνομα τάδε) Αυτού που κίναες να πας τίποτα δε θα του κάν’ ς. Είναι βαφτ’ σμένος, λαδουμένος στο θεό παραδομένος. Θα πας στ’ άγρια τα β’ να Και στ’ άκαρπα δεντρά. Εκεί γάμους δε γένετι, Εκεί νύφη δεν προσκυνάει».

2. «Κάτω στα κατούμενα και στα κατοικούμενα γριά-μανίτσα είχαμε. Στο σχολειό μάς έστελνε γράμματα να μάθουμε. Γράμματα δε μάθαμε και πίσω γυρίσαμε, κρύο νερό πατήσαμε. Βάτραχος ελάλησε το φίδ΄ αντιλάλησε. Και συ κυρά Μαγδαληνή πώς κοιμάσαι μοναχή; Έχω πέτρα, έχω πάφλα, έχω δώδεκα Αποστόλ’ς και τα βαγγέλια ανοιχτά και κοιμάμαι μοναχή. Άρατα τα πέρατα. Σε ξορκίζω με το διάολο να χαθείς».



ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟ ΑΝΑΜΜΑ ΦΩΤΙΑΣ
[Με τον πριόβολο, το στουρνάρι και την ίσκα]
Του Τάκη Ευθυμίου

     Άγνωστο είναι, πώς και πότε ο άνθρωπος κατάφερε ν’ ανάψει φωτιά. Υπάρχει η άποψη, ότι οι άνθρωποι πήραν τη φωτιά από ηφαίστειο ή από πυρκαγιά που προκλήθηκε από κεραυνό, όπως συμβαίνει και σήμερα με τις πρωτόγονες φυλές, που επιζούν ακόμη. Αργότερα, κατάφεραν να την ανάψουν είτε με την τριβή δυο ξερών ξύλων, είτε με το χτύπημα δυο λίθων. Δεν υπάρχει ιστορικό στοιχείο που να δείχνει ότι υπήρξε ανθρώπινη κοινωνία που να μη γνώριζε τη φωτιά.
     Προπολεμικά, οι χωριανοί μας χρησιμοποιούσαν πρωτόγονα σύνεργα για το άναμμα της φωτιάς, δηλ. πριόβολο , στουρνάρι και ίσκα.
     Ο πριόβολος κατασκευαζόταν από σφυρήλατη λίμα. Το σχήμα του διευκόλυνε τη λαβή με το ένα χέρι. Οι ραβδώσεις που έφερε στην εξωτερική του επιφάνεια χρησίμευαν στη δημιουργία σπινθηρισμού, με τα βίαια αλλεπάλληλα χτυπήματα πάνω στη στουρναρίσια πέτρα. Ο πριόβολος ήταν δημιούργημα των σιδεράδων.
     Το στουρνάρι είναι κοκκινόχρωμη συμπαγής πέτρα από τα ψηλά βουνά. Είναι ο πυρίτιος λίθος, η γνωστή τσακμακόπετρα. Αφθονεί στις κοίτες των ποταμών, γιατί παρασύρεται με τα πλημμυρισμένα νερά του από των βουνών. «Στουρνάρι», αποκαλούμε μεταφορικά και τον άξεστο και ακαλλιέργητο άνθρωπο, επειδή ακριβώς μοιάζει με το σκληρό και ακατέργαστο στουρνάρι.
     Η ίσκα είναι τα μυκήλια (μανιτάρια) των μυκήτων του αμπελιού, που μοιάζουν με οπλές αλόγου, έχουν χρώμα σταχτόμαυρο, ξυλώδη σύσταση και παρασιτούν σε διάφορα δέντρα και κυρίως στις μουριές, απ’ όπου τα μαζεύουν οι χωρικοί. Η ίσκα, προτού χρησιμοποιηθεί για προσάναμμα, χρειαζόταν κατάλληλη επεξεργασία για ν’ αργάσει. Την τοποθετούσαν για μερικές ημέρες σε σταχτόνερο, δηλ. αλισίβα και κατόπιν την άφηναν στον ήλιο να στεγνώσει.
     Η διαδικασία ανάμματος της φωτιάς με τον πριόβολο ήταν μεν απλή, αλλά ταυτόχρονα χρονοβόρα. Με το αριστερό χέρι βαστούσαν σε επαφή το στουρνάρι με την ίσκα και με το δεξί χτυπούσαν συνεχόμενα και απότομα τον πριόβολο πάνω στο στουρνάρι, οπότε δημιουργούνταν σπίθες, οι οποίες άναβαν την ίσκα. Τη διατηρούσαν αναμμένη φυσώντας την και στη συνέχεια άναβαν το τσιμπούκι τους ή τα προσανάμματα για τη φωτιά του σπιτιού.
     Αργότερα εμφανίστηκαν τα τσακμάκια με το φιτίλι και τα σπίρτα που απλούστευσαν τη διαδικασία ανάμματος της φωτιάς. Σήμερα, ο πριόβολος εξακολουθεί να χρησιμοποιείται για το ακόνισμα του σουγιά, των μαχαιριών και γενικά των αιχμηρών αντικειμένων.



ΣΚΙΑΧΤΡΑ
[ Οι αχυρένιοι φύλακες των αγρών]
Του Τάκη Ευθυμίου
     Τα  σκιάχτρα  είναι οι προαιώνιοι και αμετακίνητοι φύλακες των καλλιεργήσιμων αγρών.  Παραγεμισμένα  με ταπεινό  άχυρο & ντυμένα με αλλόκοτες στολές, αποτελούν το  φόβητρο  για  τα  πουλιά,  τα  τρωκτικά  αλλά και για όσα θηράματα  επιβουλεύονται  τους πλούσιους καρπούς και τη σοδειά των αγροτών.   Αποπνέουν   άλλοτε   φόβο   και άλλοτε    συμπάθεια,   γι’  αυτό   ενέπνευσαν πανάρχαια    μαγικοθρησκευτικά   δρώμενα, αποθανατίστηκαν  σε βιβλία,  ταινίες και σε παιχνίδια. Τα σκιάχτρα, όμως, δε νοιάζονται για   προβολή  και  δόξα,   παρά  μονάχα  να  συμβάλλουν  στην  αεράμυνα  και  στην  από εδάφους     αναχαίτιση     των     λαίμαργων εισβολέων.
     Όλοι  μας,  λίγο – πολύ, από την παιδική μας     ηλικία      κουβαλάμε      μέσα      μας παραστάσεις που σχετίζονται με την ύπαρξη των σκιάχτρων,  συνήθως με τη μορφή  ενός αόρατου φόβου.   Ακόμη,  μερικοί  από  εμάς  συμμετείχαμε   στη    διαδικασία κατασκευής και   τοποθέτησης    κάποιου    αυτοσχέδιου   σκιάχτρου σε  περίοπτη θέση του αγρού μας, για  καθαρά  αποτρεπτικούς   λόγους  έναντι των     επίδοξων    αρπακτικών.   Δεκάδες πολύχρωμα και πολύμορφα σκιάχτρα φρουρούσαν τις καλλιεργήσιμες εκτάσεις των χωριών μας παλιότερα και κυρίως τα μποστάνια με τα γλυκύτατα πεπόνια. Σήμερα, ελάχιστα εντοπίζονται μιας και οι καλλιέργειες περιορίστηκαν και τα αρπακτικά αφανίστηκαν. Σκιάχτρο σύμφωνα με τις εγκυκλοπαίδειες, είναι κάθε τι που χρησιμοποιείται για εκφοβισμό. Αναφερόμενο στον άνθρωπο, ορίζει τον κακοποιό και μεταφορικά τον άσχημο άνδρα ή γυναίκα. Σκιάχτρο είναι το μέσο αποτροπής πτηνών και τρωκτικών από τους αμπελώνες, τους κήπους και του αγρούς. Κατασκευάζεται από κουρέλια και ανθρώπινα ομοιώματα.
     Η πρωταρχική χρήση των σκιάχτρων ήταν και παραμένει αποτρεπτική. Εκτός όμως από φρουρούς της σοδειάς, αποτελούν και κεντρικά πρόσωπα σε δραματικές ιεροπραξίες που φθάνουν μέχρι τις μέρες μας. Ως κατασκευή, αλλά και ως λέξη, το σκιάχτρο ακολουθεί τον άνθρωπο από τα πρώτα του βήματα. Οι αρχαίοι συγγραφείς αναφέρουν σε πολλά έργα τους τα μορμολύκεια που προέρχονται από τη Μορμώ, ένα κακοποιό πνεύμα με ακαθόριστες ιδιότητες. Εξαιτίας του δαιμονικού αυτού, οι αρχαίοι πρόγονοί μας αποκαλούσαν μορμορωπό κάθε φοβερό στην όψη πλάσμα, μαζί και τα σκιάχτρα που έστηναν στα χωράφια τους.
     Τα σκιάχτρα της αρχαίας Ελλάδας διατηρήθηκαν αιώνες και επέζησαν μέχρι τις μέρες μας, κουβαλώντας τον ίδιο πάντα τελετουργικό χαρακτήρα.
     Οι ενδυματολογικές επιλογές περιέχουν, συχνά, τις πιο παράξενες δοξασίες. Πιστεύεται ότι τα σκιάχτρα είναι περισσότερο αποτελεσματικά αν τους φορέσουν ρούχα ενός κυνηγού, που φημίζεται για τη σκοπευτική του δεινότητα!  Ομοίως, οι προβιές και οι σκελετοί θηραμάτων εχθρικών προς τους εισβολείς (Π.χ. λύκου, φιδιού ή κουκουβάγιας) πιστεύεται πως αναβαθμίζουν……το ρόλο του σκιάχτρου.
     Τα σκιάχτρα ζουν στον αστερισμό της δεύτερης χρήσης. Φορούν πράγματα που έχουν ήδη χρησιμοποιηθεί. Προπαγανδίζουν με τον τρόπο τους  τα αγαθά της ανακύκλωσης, φορώντας στολές από τα πιο ετερόκλητα απορρίμματα. Είναι φύλακες – κελεπούρια και συμφέρουν από πολλές απόψεις: δε στοιχίζουν τίποτα, δεν έχουν απαιτήσεις, κατασκευάζονται με κέφι και μεράκι. Το σκιάχτρο είναι η έκφραση της ανθρώπινης φαντασίας. Για τους αγρότες και τους ιδιοκτήτες φυτωρίων και κήπων, η δημιουργική έκφραση βρίσκει λαμπρό πεδίο στην κατασκευή αυτών των ομοιωμάτων. Είναι τα ανώνυμα έργα απαράμιλλης λαϊκής τέχνης από στάχυα, λινάτσες, πλαστικά, τενεκέδες και παλιόρουχα.
     Στις εικονογραφήσεις παλιών εκδόσεων, τα σκιάχτρα εμφανίζονται με απλωμένα χέρια, σε μια επίδειξη δέους και τρόμου.
     Οι αχυρένιοι φρουροί έχουν γίνει παιχνίδια, παραμύθια, ταινίες και τραγούδια απαλλαγμένα από το στίγμα του φόβου. Από τις παιδικές μπομπονιέρες – μικρογραφίες σκιάχτρων με φυσικά υλικά, μέχρι τα διάσημα σκιάχτρα γνωστών παραμυθιών και κινηματογραφικών ταινιών, τα φόβητρα των αγρών μετατρέπονται σε δημοφιλείς ήρωες.
     Σήμερα, τα σκιάχτρα δεν κατάφεραν, φυσικά, να γεμίσουν το αχυρένιο τους κεφάλι με μυαλό. Βρήκαν όμως τον τρόπο να ανατρέψουν τα δεδομένα, ν’ αλλάξουν ριζικά ρόλο και να γίνουν οι κράχτες που , αντί να διώχνουν, προσκαλούν με τη φιλική τους εικόνα! Είναι τα σκιάχτρα που ξεφυτρώνουν στις εισόδους εξοχικών κέντρων, μαγαζιών με οπωροκηπευτικά προϊόντα φυτωρίων και ανθοπωλείων, διαφημίζοντας με την παρουσία τους τα εμπορεύματα του χώρου.
     Δίχως άλλο όμως, τα σκιάχτρα σε όλη την πορεία τους αποτέλεσαν αναπόσπαστο μέρος της αγροτικής ζωής, αναλαμβάνοντας πάντα αδιαμαρτύρητα το γνήσιο αποτρεπτικό τους ρόλο. Οι χωριανοί μας, έτσι τα θυμούνται και αναμφίβολα, γι’ αυτόν το ρόλο τους τα χρειάζονται.

ΥΨΩΜΕΝΑ ΔΕΝΤΡΑ
[ Tα σύμβολα προστασίας από κάθε κακό]
Του Τάκη Ευθυμίου

Τα υψωμένα δέντρα ήταν τα πανάρχαια σύμβολα της θρησκευτικής πίστης των προγόνων μας που προστάτευαν το χωριό από κάθε κακό, όπως από  ληστές,  σεισμούς, θανατηφόρες αρρώστιες, επιδημίες, ξωτικά και κακά πνεύματα.
            Μόλις οι κάτοικοι κάποιου χωριού αντιλαμβάνονταν ότι στα γειτονικά χωριά κυκλοφορούσε κάποια αγιάτρευτη επιδημία, έπρεπε να υψωθεί δέντρο για να τους προστατεύσει  από την εμφάνισή της. Έτσι, όριζαν τη μέρα που θα γινόταν η τελετή ύψωσης. Ύστερα από ολονύχτια ακάθιστη ακολουθία, επακολουθούσε η θεία λειτουργία και αγιαζόταν ο άρτος, δηλ. το ύψωμα. Στο τέλος κοινωνούσαν όλοι τη θεία μετάληψη και γινόταν η περιφορά της εικόνας του Αγίου Νικολάου, καθώς και του Αγίου Παντελεήμονα του Ιαματικού και σταματούσαν σε κάποια είσοδο του χωριού.
Εκεί, οι γεροντότεροι επέλεγαν το μεγαλοπρεπέστερο δέντρο που θα ύψωναν και ο σεβασμιότερος κάτοικος, με την αρίδα άνοιγε στον κορμό του δέντρου τέσσερις τρύπες σε σχήμα σταυρού ή με ένα μαχαιράκι χάραζε στη φλούδα του το σύμβολο του σταυρού και σκάλιζε ένα κοίλωμα,  όπου τοποθετούσε το ύψωμα. Στη συνέχεια το σφράγιζε με κηρομαστίχα από ντόπιο μονόχρονο μελίσσι. Έτσι, το αντίδωρο προφυλασσόταν από τα έντομα και τις άσχημες καιρικές συνθήκες. Η πληγή του δέντρου με τον καιρό έθρεφε και χώνευε το αντίδωρο που καθαγίαζε και προσέδιδε προστατευτικές ιδιότητες στο υψωμένο δέντρο. Κανείς δεν επιτρεπόταν να το αγγίξει και το προστάτευαν με κάθε τρόπο.
            Η θρησκευτική φράση: « Η πίστη σώζει» έβρισκε απόλυτη εφαρμογή στη διαδικασία ύψωσης δέντρων από τους προπάτορές μας.


ΤΟ ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΟ
[ Διανθισμένο από προλήψεις και δοξασίες ]
Του Τάκη Ευθυμίου
   
Οι πρόγονοί μας, βαθιά θρησκευόμενοι, γνώριζαν και τηρούσαν ευλαβικά το εορτολόγιο σύμφωνα με τις προλήψεις, δοξασίες και δεισιδαιμονίες που κουβαλούσαν ριζωμένες μέσα τους. Ας δούμε αναλυτικά τις σπουδαιότερες βαριές και αλαφριές γιορτές των Αγίων της Χριστιανικής θρησκείας μας που γιορτάζονται κατά εποχή:
Οι γιορτές της Άνοιξης
     Τη βδομάδα της Λαμπρής που αρχίζει την Κυριακή του Πάσχα και τελειώνει του Θωμά, την ονόμαζαν Μεγαλοβδόμαδο ή Λαμπροβδόμαδο.Το Μεγαλοβδόμαδο αρχίζει του Λαζάρου στον Εσπερινό. Τότε, οι νυφάδες της χρονιάς εκείνης φέρνουν και τα βάϊα στη εκκλησία μέσα σε κανίστρι. Απ’ αυτά μοιράζει ο παπάς στους χριστιανούς. Καμία καθημερινή μέρα του Μεγαλοβδόμαδου δε φυλάνε οι χωρικοί, εκτός της Μεγάλης Παρασκευής. Το Ασπροβδόμαδο το φυλάνε και δεν πηγαίνουν για δουλειές στα χωράφια. Δούλεψες χωράφι το Λαμπροήμερο; το χαλάζι θα χαλάσει τα σπαρτά σου, λένε. Την Πρωτομαγιά, επίσης, γιορτάζουν. Σηκώνονται πριν χαράξει για να πιάσουν το Μάη. Γυναίκες, παιδιά, άντρες είναι στο πόδι. Οι γυναίκες πήγαιναν παλιά στη βρύση για να πάρουν φρέσκο νερό. Τα κορίτσια τ’ ανύπαντρα άπλωναν στο μπαλκόνι ή στο φράκτη τα προικιά τους, για να πάρουν μάια να μην τα κόβει ο σκώρος. Όλοι μαζί έπειτα πήγαιναν στην εξοχή για να νιφτούν με τη δροσιά των χορταριών. Έκοβαν σπαρτολούλουδα κίτρινα και έπλεκαν στεφάνια. Τα στεφάνια αυτά τα κρεμούσαν στις πόρτες , όπως και σήμερα. Τα πορτοπαράθυρα τ’ άνοιγαν διάπλατα για να μπαίνει ο Μάης μέσα. Στις 8 του Μάη είναι η μνήμη του Αη  Γιάννη του Θεολόγου, όπου οι χωρικοί τρέμουν να πιάσουν δουλειά για να μη στείλει χαλάζι ο άγιος, γι’ αυτό τον έλεγαν και Αη Γιάννη  Χαλαζιά.

Οι γιορτές του Καλοκαιριού
     Στις 24 του Θεριστή οι χωριανοί μας γιορτάζουν τον Αη Γιάννη το Ριγανά. Τότε, δε δουλεύουν και πρωί-πρωί οι γυναίκες πηγαίνουν και μαζεύουν ρίγανη που είναι ανθισμένη. Την κρεμούν στο σπίτι  να ωριμάσει  για να ριγανιάζουν τα φαγητά. Οι μελισσοκόμοι ονομάζουν τον Αη Γιάννη και Μελά, γιατί τη μέρα αυτή πρωτοκουρεύουν, δηλ. τρυγούν μερικά μελίσσια για  καλοσκαίρισμα. Την 1η του Αλωνάρη γιορτάζουν οι Άγιοι Ανάργυροι. Επειδή οι Άγιοι Ανάργυροι ήταν γιατροί και θεράπευαν τον κόσμο δίχως την αμοιβή των αργυρίων, οι χωρικοί τη μέρα αυτή τη φυλάνε, δε δουλεύουν.Τη γιορτή της Αγια-Μαρίνας τη σέβονται και  έχουν αργία. Εκκλησιάζονται και ο παπάς διαβάζει τις ευχές του Αη Τρύφωνα για τα σκαθάρια που καταστρέφουν τα σπαρτά. Παίρνουν αγίασμα  και ραντίζουν τα χωράφια για το σκουλήκι. Του Αη Λια,  που τον γιορτάζουν στις 20 του Αλωνάρη, πιστεύουν πως: «Τ’ Αη Λιος γυρίζει ο καιρός αλλιώς!» για να δείξουν πως ο καλοκαιριάτικος καιρός παραχωρεί τη θέση του στο φθινοπωριάτικο καιρό. Όσοι έχουν αμπέλια τα επισκέπτονται αυτή τη μέρα για να δουν, αν φάνηκαν (ωρίμασαν) ράγες και γεμίζουν το μαντήλι τους παρδαλά σταφύλια για καλοσκαίρισμα. Γι’ αυτό έλεγαν: «Τ’ Αη Λιος με το μαντήλι, της Σωτήρος με το κοφίνι». Της Αγίας Παρασκευής γίνεται ξακουστό πανηγύρι στο ανακαινισμένο ξωκλήσι από την παραμονή το βράδυ με δημοτική ορχήστρα. Οι δώδεκα πρώτες μέρες του Αυγούστου είναι τα Δρίματα. Τότε, οι γυναίκες δεν πλένουν, διότι τα ρούχα τα κόβει ο σκώρος. Ούτε ξύλα κόβουν για στέγες και φράxτες, γιατί σαρακώνονται.
Τα Δρίματα είναι πολύ σημαντικά για τους χωρικούς, επειδή από τις δώδεκα πρώτες μέρες του Αυγούστου μαντεύουν τα μερομήνια, δηλ. τι καιρό θα κάνει κάθε μήνα ανάλογα με τον καιρό που θα κάνει κάθε μέρα αυτό το διάστημα. Της Παναγίας είναι το κατ’ εξοχήν δεκαπενταυγουστιάτικο πανηγύρι, είναι το αγαπημένο πανηγύρι όλων των χριστιανών  που γιορτάζεται με εξαιρετική μεγαλοπρέπεια. Στις 29 Αυγούστου τιμάται ο αποκεφαλισμός του Αη Γιάννη Προδρόμου  του νηστευτή με αυστηρή νηστεία και σεβασμό απ’ όλους τους χωρικούς μας.

Οι γιορτές του Χινοπώρου
     Στις 8 Σεπτεμβρίου είναι το γενέθλιο της Παναγίας. Οι χωρικοί την ονομάζουν Παναγία Αποσοδειά, γιατί τότε αποσώνονται οι σοδειές. Στις 14 του Σταυρού είναι μεγάλη νηστεία και ούτε λάδι δεν κάνει να φάνε. Τη μέρα αυτή δε δουλεύουν, παρά μονάχα πηγαίνουν στ’ αμπέλια και φέρνουν λίγα σταφύλια. Στις 26 Σεπτεμβρίου γιορτάζεται ο Αη Γιάννης ο Καλαθάς, γιατί πίστευαν πως τη μέρα αυτή ο Αη Γιάννης ο Θεολόγος έφτιαχνε τα καλάθια τους για να τρυγήσουν τ’ αμπέλια. Τον Οχτώβρη έχουμε τη γιορτή του Αη Δημήτρη που τη γιορτάζουν με μεγαλοπρέπεια. Στις 11 Νοεμβρίου οι τσοπαναραίοι και οι γεωργοί τιμάνε τον Αη Μηνά. Τη μέρα αυτή οι γυναίκες «έραβαν» τις κουτσομπόλες. Δηλαδή, έπαιρναν ένα κομμάτι ύφασμα και βελόνα με κλωστή και άρχιζαν να περνάνε βελονιές και λέγανε ότι ράβανε το στόμα της τάδε κουτσομπόλας. Έτσι, έραβαν τα κακά στόματα του χωριού για να ησυχάσει ο κόσμος. Στις 12 Νοεμβρίου είναι τα  Εισόδια της Θεοτόκου και οι χωρικοί γιορτάζουν την  Πολυσπορίτισσα ή Μεσοσπορίτισσα. Παίρνουν πολυσπόρια, όπως: σιτάρι, καλαμπόκι, ρεβύθια, φασόλια, τα βράζουν και τα τρώνε για τα χρόνια πολλά. Στις 30 Νοεμβρίου είναι του Αη Αντριός και οι γεωργοί τον φυλάνε, γιατί αυτός αντριεύει τα σπαρτά τους.

Οι γιορτές του Χειμώνα
     Μπρος-πίσω τ΄Αη Νικόλα είναι ο χειμώνας έλεγαν οι παλιοί.
     Η σπουδαιότερη χειμωνιάτικη γιορτή είναι τα Χριστούγεννα, του Χστού όπως τα λέγανε. Είναι ημέρα χαράς και αυτή και όλο το Δωδεκαήμερο, γιατί τότε σφάζουν το γουρούνι και απολαμβάνουν τις νοστιμιές του. Σχολάζοντας η εκκλησία το πρωί των Χριστουγέννων ο παπάς σηκώνει το ύψωμα για τους εορτάζοντες. Την Πρωτοχρονιά οι παλιοί τάιζαν τη βρύση με πολυσπόρια για να τρέχει το βιος όπως το νερό. Την ημέρα των Φώτων όλοι οι χωριανοί μας ραντίζουν τα χωράφια και τ’ αμπέλια τους με μεγάλο αγιασμό. Επίσης, τιμούν με σεβασμό και τις άλλες γιορτές του Γεναριού , τ’ Αη Αντωνιού στις 17, τ’ Αη Θανασιού στις 18, τ’ Αη Θυμιού στις 20, τ’ Αη Γρηγορίου στις 25, τ’ Αη Χρυσοστόμου στις 27 και των Τριών Ιεραρχών στις 30.Την πρώτη Φεβρουαρίου είναι τ’ Αη Τρύφωνα. Αλαφριά γιορτή ,όμως οι γεωργοί τη φυλάνε για το ποντίκι. Την Παπαντή στις 2,  επίσης, τη φυλάνε για το χαλάζι. Ό,τι καιρό κάνει αυτή τη μέρα, θα κάνει σαράντα μέρες συνέχεια. Τη γιορτή του Αη Βλάση στις 11 του Φλεβάρη τη φυλάνε και δε φορτώνουν ζώα, διότι ο άγιος τα πνίγει στα ποτάμια. Το Μάρτη, συνήθως, πέφτουν οι Μεγάλες Αποκριές που τις γιορτάζουν με παγανιστικά κατάλοιπα. Τις χωρίζουν σε Κρεαταπόκριες που τρώνε κρέας και σε Τυραπόκριες που τρώνε μόνο γαλακτερά. Την Καθαρή Δευτέρα νηστεύουν για να μην πέφτει χαλάζι. Τη Μεγάλη Σαρακοστή τη φυλάγανε παλιά ολόκληρη για να φάνε με όρεξη τ’ αρνί το Πάσχα. Την ευσέβειά τους οι χωριανοί μας τη δείχνουν με το σημείο του Σταυρού που κάνουν όταν περνούν μπροστά από την εκκλησία και τα εικονίσματα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: